Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

κόλπωσις
κολπωτός
κόλσασθαι
κολύβδαινα
κόλυβος
κολύβριον
κόλυθροι
κόλυθρον
κολυθροφιλάρπαξ
κολύκιντος
κολύμβαινα
κολυμβάς
κολύμβατος
κολυμβάω
κολυμβήθρα
κολύμβησις
κολυμβητέον
κολυμβητήρ
κολυμβητής
κολυμβητικός
κολυμβίς
View word page
κολύμβαινα
κολύμβ-αινα, ,
A). = κολύβδαινα , Archig. ap. Gal. 13.174 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κολύμβαινα
Headword (normalized):
κολύμβαινα
Headword (normalized/stripped):
κολυμβαινα
IDX:
58729
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-58730
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κολύμβ-αινα</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">κολύβδαινα</span> , <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Archig.</span> </span> ap. <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gal.</span> 13.174 </span>.</div> </div><br><br>'}