Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

κοκκοβάρη
κοκκοβαφής
κοκκοβαφία
κοκκοβόας
κοκκόδαφνον
κοκκοθραύστης
κοκκολάχανον
κοκκολέκτης
κοκκολογέω
κόκκομαν
κοκκόνοι
κοκκοποιόν
κοκκόριζον
κόκκος
κοκκούμιον
κόκκῡ
κοκκύαι
κοκκυβόας
κοκκυγέα
κοκκύγινος
κοκκύζω
View word page
κοκκόνοι
κοκκόνοι· οἱ πυρῆνες τῶν ἐλαιῶν, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κοκκόνοι
Headword (normalized):
κοκκόνοι
Headword (normalized/stripped):
κοκκονοι
IDX:
58508
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-58509
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κοκκόνοι·</span> <span class="foreign greek">οἱ πυρῆνες τῶν ἐλαιῶν</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}