Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
κοινοπαθής
κοινόπλοος
κοινοποιέω
κοινοποιός
κοινοπολιτεία
κοινοπορφυροῦς
κοινόπους
κοινοπραγέω
κοινοπραγία
κοινός
κοινοταφής
κοινοτάφιον
κοινοτελής
κοινότης
κοινότοκος
κοινοτροφικός
κοινοφαγία
κοινοφιλής
κοινόφρων
κοινοφυής
κοινόω
View word page
κοινοταφής
κοινο-τᾰφής
,
ές
,
A).
in which all must be buried
,
Λύσιλλαν κατέχει κ. θάλαμος
Ath.Mitt.
10.405
(iv B.C.).
ShortDef
in which all must be buried
Debugging
Headword:
κοινοταφής
Headword (normalized):
κοινοταφής
Headword (normalized/stripped):
κοινοταφης
IDX:
58426
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-58427
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κοινο-τᾰφής</span>, <span class="itype greek">ές</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">in which all must be buried</span>, <span class="quote greek">Λύσιλλαν κατέχει κ. θάλαμος</span> <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Ath.Mitt.</span> 10.405 </span> (iv B.C.).</div> </div><br><br>'}