Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

κνημίδιον
κνημιδοφόρος
κνημίον
κνημιοπαχής
κνημίς
κνημοπαχής
κνημός
κνημόω
κνημώδης
κνήνιον
κνησείω
κνησιάω
κνῆσις
κνησίχρυσος
κνῆσμα
κνησμονή
κνησμός
κνησμώδης
κνηστέον
κνηστήρ
κνηστιάω
View word page
κνησείω
κνης-είω, = sq., Suid.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κνησείω
Headword (normalized):
κνησείω
Headword (normalized/stripped):
κνησειω
IDX:
58151
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-58152
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κνης-είω</span>, = sq., <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Suid.</span> </span> </div><br><br>'}