Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

κλυστήρ
κλυστήριον
κλυστηρίδιον
κλῦτε
κλυτόβουλος
κλυτόδενδρος
κλυτοεργός
κλυτόκαρπος
κλυτόμαντις
κλυτόμητις
κλυτόμοχθος
κλυτόνοος
κλυτόπαις
κλυτόπωλος
κλυτός
κλυτοτέρμων
κλυτοτέχνης
κλυτοτεχνικός
κλυτότοξος
κλυτοφεγγής
κλυτόφημος
View word page
κλυτόμοχθος
κλῠτό-μοχθος, ον,
A). famous for toil, Καλλιόπα ib. 362 .


ShortDef

famous for toils

Debugging

Headword:
κλυτόμοχθος
Headword (normalized):
κλυτόμοχθος
Headword (normalized/stripped):
κλυτομοχθος
IDX:
58042
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-58043
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κλῠτό-μοχθος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">famous for toil</span>, <span class="foreign greek">Καλλιόπα</span> ib.<span class="bibl"> 362 </span>.</div> </div><br><br>'}