Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
κλύμενον
κλύμενος
κλυντήρ
κλύσις
κλύσμα
κλυσματικόν
κλυσμάτιον
κλυσμός
κλυστέον
κλυστήρ
κλυστήριον
κλυστηρίδιον
κλῦτε
κλυτόβουλος
κλυτόδενδρος
κλυτοεργός
κλυτόκαρπος
κλυτόμαντις
κλυτόμητις
κλυτόμοχθος
κλυτόνοος
View word page
κλυστήριον
κλυς-τήριον
,
τό
, Dim. of foreg.,
Gal.
7.443
:
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
κλυστήριον
Headword (normalized):
κλυστήριον
Headword (normalized/stripped):
κλυστηριον
IDX:
58033
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-58034
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κλυς-τήριον</span>, <span class="gen greek">τό</span>, Dim. of foreg., <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gal.</span> 7.443 </span>:</div><br><br>'}