Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

κισσωτός
κισταφορέω
κισταφόρος
κίστη
Κίστιβερ
κιστίδιον
κιστίς
κιστοειδής
κίστος
κιστοφόρος
κίταρις
κιτρᾶτον
κιτρέα
κιτρινοειδής
κίτρινος
κιτριοειδής
κίτριον
κιτρόμηλον
κίτρον
κιτρόφυλλον
κιτρόφυτον
View word page
κίταρις
κίταρις, εως, ,
A). = κίδαρις (q.v.).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κίταρις
Headword (normalized):
κίταρις
Headword (normalized/stripped):
κιταρις
IDX:
57609
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-57610
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κίταρις</span>, <span class="itype greek">εως</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">κίδαρις</span> (q.v.).</div> </div><br><br>'}