Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

κινυρίζω
κινύρομαι
κινυρός
κινύσσομαι
κινύτιδος
κινώθαλον
κινώπετον
κιξάλλης
κιξαλλεύω
κιξαλλία
κίξιος
κιόκρανον
κιονηδόν
κιονικός
κιόνιον
κιονίς
κιονίσκος
κιονοειδής
κιονόκρανον
κιονοφορέω
κιονοφορία
View word page
κίξιος
κίξιος· τέττιξ, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κίξιος
Headword (normalized):
κίξιος
Headword (normalized/stripped):
κιξιος
IDX:
57501
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-57502
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κίξιος·</span> <span class="foreign greek">τέττιξ</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}