Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

κηώδης
κηώεις
κία
κιάθω
κιβδηλεία
κιβδήλευμα
κιβδηλεύω
κιβδηλία
κιβδηλιάω
κίβδηλος
κιβικία
κίβισις
κιβλεῦραι
κιβώριον
κιβωτάριον
κιβωτίδιον
κιβώτιον
κιβωτοειδής
κιβωτοποιός
κιβωτός
κίγκαλος
View word page
κιβικία
κιβικία, sine expl., Hsch.; cf. κιμβικία. κιβίνδα· κατὰ νώτου, Id.; cf. κυβησίνδα.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κιβικία
Headword (normalized):
κιβικία
Headword (normalized/stripped):
κιβικια
IDX:
57308
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-57309
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κιβικία</span>, sine expl., <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span></span>; cf. <span class="foreign greek">κιμβικία</span>. <span class="orth greek">κιβίνδα·</span> <span class="foreign greek">κατὰ νώτου</span>, Id.; cf. <span class="foreign greek">κυβησίνδα</span>.</div><br><br>'}