Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

κηροπαγής
κηροπάζουσα
κηρόπισσος
κηροπλαστέω
κηροπλάστης
κηροπλαστικός
κηρόπλαστος
κηροποιός
κηροπώλης
κηρός
κηροσσαίων
κηροτακίς
κηροτέχνης
κηροτρόφος
κηρότροφος
κηρούει
κηρουλκός
κηρόφιν
κηροφορέω
κηροφόρον
κηροχίτων
View word page
κηροσσαίων
κηροσσαίων· παλαιῶν, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κηροσσαίων
Headword (normalized):
κηροσσαίων
Headword (normalized/stripped):
κηροσσαιων
IDX:
57221
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-57222
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κηροσσαίων·</span> <span class="foreign greek">παλαιῶν</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}