Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

κέβλος
κεγχραλέτης
κεγχραμιδώδης
κεγχραμίς
κεγχρανοπώλης
κεγχρείοισι
κεγχρεών
κεγχρηΐς
κεγχριαῖος
κεγχρίας
κεγχρίτης
κεγχρίνης
κεγχρίδιον
κεγχρίνης
κέγχρινος
κεγχρίς
κεγχρίτης
κεγχροβόλοι
κεγχροειδής
κέγχρος
κεγχροφόρος
View word page
κεγχρίτης
κεγχρ-ίτης, Aët. 13.27 :


ShortDef

like millet
kind of serpent

Debugging

Headword:
κεγχρίτης
Headword (normalized):
κεγχρίτης
Headword (normalized/stripped):
κεγχριτης
IDX:
56344
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-56345
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κεγχρ-ίτης</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0718.tlg013:27" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0718.tlg013:27/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Aët.</span> 13.27 </a>:</div><br><br>'}