Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

κατονομασία
κατονόμαστος
κάτοξος
κατοξύνω
κάτοξυς
κατοπάζω
κατόπερ
κατόπιθεν
κατόπιν
κατόπισθεν
κατοπίσω
κατοπτάω
κατοπτεία
κατόπτευσις
κατοπτευτήριος
κατοπτεύω
κατοπτήρ
κατοπτήριος
κατόπτης
κατόπτησις
κατοπτικὸς
View word page
κατοπίσω
κατ-οπίσω, Adv., = foreg., LXX Jd. 18.22 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κατοπίσω
Headword (normalized):
κατοπίσω
Headword (normalized/stripped):
κατοπισω
IDX:
56060
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-56061
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κατ-οπίσω</span>, Adv., = foreg., <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0527.tlg009:18:22" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0527.tlg009:18.22/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">LXX</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Jd.</span> 18.22 </a>.</div><br><br>'}