Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

κατομόργνυμι
κατομφάλιος
κατονειδίζω
κατονειδιστήρ
κατονεύομαι
κατονίναμαι
κατονομάζω
κατόνομαι
κατονομαξία
κατονομασία
κατονόμαστος
κάτοξος
κατοξύνω
κάτοξυς
κατοπάζω
κατόπερ
κατόπιθεν
κατόπιν
κατόπισθεν
κατοπίσω
κατοπτάω
View word page
κατονόμαστος
κατονόμ-αστος, ον,
A). named, Hdn. Epim. 203 .


ShortDef

named

Debugging

Headword:
κατονόμαστος
Headword (normalized):
κατονόμαστος
Headword (normalized/stripped):
κατονομαστος
IDX:
56051
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-56052
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κατονόμ-αστος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">named</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0087.tlg036:203" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0087.tlg036:203/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hdn.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Epim.</span> 203 </a>.</div> </div><br><br>'}