Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
κατοικονομέω
κάτοικος
κατοικοφθορέω
κατοικτείρω
κατοικτίζω
κατοίκτισις
κάτοικτος
κατοιμώζω
κατοινόομαι
κάτοινος
κατοινύσαι
κατοίομαι
κατοίσεται
κατοιχνέω
κατοίχομαι
κατοιωνίζομαι
κατοκλάζω
κατοκνέω
κατοκωχή
κατοκώχιμος
κατολιγωρέω
View word page
κατοινύσαι
κατοινύσαι·
κατακρύψαι
,
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
κατοινύσαι
Headword (normalized):
κατοινύσαι
Headword (normalized/stripped):
κατοινυσαι
IDX:
56017
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-56018
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κατοινύσαι·</span> <span class="foreign greek">κατακρύψαι</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}