Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

κατοιδέω
κατοίησις
κατοικάς
κατοικεσία1
κατοικέσια2
κατοικέω
κατοίκησις
κατοικητήριον
κατοικητήριος
κατοικία1
κατοίκια2
κατοικίδιος
κατοικίζω
κατοικικός
κατοικίς
κατοίκισις
κατοικισμός
κατοικιστής
κατοικοδομέω
κατοικονομέω
κάτοικος
View word page
κατοίκια2
κατοίκ-ια, τά,
A). household goods, GDI 2141.22 (Delph.).


ShortDef

household goods

Debugging

Headword:
κατοίκια2
Headword (normalized):
κατοίκια
Headword (normalized/stripped):
κατοικια2
IDX:
55998
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-55999
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κατοίκ-ια</span>, <span class="gen greek">τά</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">household goods</span>, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">GDI</span> 2141.22 </span> (Delph.).</div> </div><br><br>'}