Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
κατεῖναι
κατείνυον
κατεῖπον
κατείρα
κατειργαθόμην
κατείργω
κατειρωνεύομαι
κατεισάγω
κατεισαγωγεύς
κατεισαγωγή
κατεισέρχομαι
κατεκλύω
κατέκταθεν
κατεκτός
κατέλαιος
κατελαύνω
κατελέγχω
κατελεέω
κατελίσσω
κατελπίζω
κατελπισμός
View word page
κατεισέρχομαι
κατεις-έρχομαι
,
A).
return,
Sammelb.
4284.8
, etc.
ShortDef
return
Debugging
Headword:
κατεισέρχομαι
Headword (normalized):
κατεισέρχομαι
Headword (normalized/stripped):
κατεισερχομαι
IDX:
55735
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-55736
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κατεις-έρχομαι</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">return,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Sammelb.</span> 4284.8 </span>, etc.</div> </div><br><br>'}