Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

κατάχρωσις
καταχύδην
καταχύννω
κατάχυσις
κατάχυσμα
καταχυσμάτιον
καταχυτήρια
κατάχυτλον
καταχυτρίζω
κατάχωλος
καταχώνευσις
καταχωνεύω
καταχώννυμι
καταχωρέω
καταχωρίζω
καταχωρισμός
καταχωριστέον
κατάχωσις
καταψαίρουσι
καταψακάζω
καταψάλλω
View word page
καταχώνευσις
καταχών-ευσις, εως, ,
A). melting down, BCH 35.243 (Delos, ii B.C.).


ShortDef

melting down

Debugging

Headword:
καταχώνευσις
Headword (normalized):
καταχώνευσις
Headword (normalized/stripped):
καταχωνευσις
IDX:
55647
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-55648
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">καταχών-ευσις</span>, <span class="itype greek">εως</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">melting down</span>, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">BCH</span> 35.243 </span> (Delos, ii B.C.).</div> </div><br><br>'}