Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

καταπροβάλλω
καταπροδίδωμι
καταπροθυμέομαι
καταπροΐεμαι
καταπροΐξομαι
καταπρολείπω
καταπρονομεύω
κατάπροσθεν
καταπροτείνομαι
καταπροτερέω
καταπροχέω
κατάπρωκτος
κατάπτερος
καταπτερόω
καταπτήσομαι
καταπτήσσω
καταπτίσσω
καταπτοέω
καταπτύρομαι
κατάπτυσμα
κατάπτυστος
View word page
καταπροχέω
καταπροχέω,
A). pour down over, δάκρυα παρειῶν A.R. 3.1118 .


ShortDef

pour down over

Debugging

Headword:
καταπροχέω
Headword (normalized):
καταπροχέω
Headword (normalized/stripped):
καταπροχεω
IDX:
54921
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-54922
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">καταπροχέω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">pour down over</span>, <span class="quote greek">δάκρυα παρειῶν</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0001.tlg001.perseus-grc1:3:1118" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0001.tlg001.perseus-grc1:3.1118/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">A.R.</span> 3.1118 </a> .</div> </div><br><br>'}