Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

καταπεπαίνω
καταπεπλανημένως
καταπεπτηυῖα
καταπέπτω
καταπεπυκασμένως
κατάπερ
καταπεραιόω
καταπεραίωσις
καταπέρδομαι
καταπερίειμι
καταπεριΐστημι
καταπερίξυσις
καταπερονάω
καταπερπερεύομαι
καταπέσημα
καταπέσσω
καταπετάννυμι
καταπέτασμα
καταπέτομαι
καταπετροκοπέω
καταπετρόω
View word page
καταπεριΐστημι
καταπερι-ΐστημι, intr. in aor. 2,
A). surround, Sammelb. 4638.18 (ii B. C.).


ShortDef

surround

Debugging

Headword:
καταπεριΐστημι
Headword (normalized):
καταπεριΐστημι
Headword (normalized/stripped):
καταπεριιστημι
IDX:
54775
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-54776
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">καταπερι-ΐστημι</span>, intr. in aor. 2, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">surround,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Sammelb.</span> 4638.18 </span> (ii B. C.).</div> </div><br><br>'}