Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

καταμηνιαῖα
καταμήνιος
καταμηνιώδης
καταμήνυσις
καταμηνυτής
καταμηνύω
καταμηρίζω
καταμήσας
καταμηχανάομαι
καταμιαίνω
καταμιαιφονέομαι
καταμίγας
καταμίγνυμι
καταμιεῖ
καταμιμέομαι
καταμιμνῄσκομαι
κατάμιξις
καταμίσγω
καταμισθοδοτέω
καταμισθοφορέω
κατάμιτον
View word page
καταμιαιφονέομαι
καταμῐαιφονέομαι,
A). defile oneself with bloodshed, Heraclit. Ep. 7.6 .


ShortDef

defile oneself with bloodshed

Debugging

Headword:
καταμιαιφονέομαι
Headword (normalized):
καταμιαιφονέομαι
Headword (normalized/stripped):
καταμιαιφονεομαι
IDX:
54530
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-54531
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">καταμῐαιφονέομαι</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">defile oneself with bloodshed</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg1411.tlg001:7:6" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg1411.tlg001:7.6/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Heraclit.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Ep.</span> 7.6 </a>.</div> </div><br><br>'}