Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

κατάλοιπος
καταλοκίζω
καταλούομαι
καταλουστικοί
καταλοφάδεια
καταλοχία
καταλοχίζω
καταλοχισμός
καταλσής
καταλυγίζω
καταλυκουργίζω
κατάλυμα
καταλυμαίνομαι
καταλυμακόομαι
καταλύμανσις
κατάλυπρος
καταλύσιμος
κατάλυσις
καταλυτέος
καταλυτήρ
καταλυτήριον
View word page
καταλυκουργίζω
καταλῠκουργίζω,
A). press the laws of Lycurgus against, τῆς ἀνθρωποπαθείας Alciphr. 2.1 .


ShortDef

press the laws of Lycurgus against

Debugging

Headword:
καταλυκουργίζω
Headword (normalized):
καταλυκουργίζω
Headword (normalized/stripped):
καταλυκουργιζω
IDX:
54435
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-54436
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">καταλῠκουργίζω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">press the laws of Lycurgus against</span>, <span class="quote greek">τῆς ἀνθρωποπαθείας</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0640.tlg001:2:1" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0640.tlg001:2.1/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Alciphr.</span> 2.1 </a> .</div> </div><br><br>'}