Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

καταλογή
καταλογίζομαι
κατάλογος
καταλοιάω
καταλοιδορέω
κατάλοιπος
καταλοκίζω
καταλούομαι
καταλουστικοί
καταλοφάδεια
καταλοχία
καταλοχίζω
καταλοχισμός
καταλσής
καταλυγίζω
καταλυκουργίζω
κατάλυμα
καταλυμαίνομαι
καταλυμακόομαι
καταλύμανσις
κατάλυπρος
View word page
καταλοχία
καταλοχ-ία, ,
A). = καταλοχισμός , v.l. in LXX 2 Ch. 31.18 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
καταλοχία
Headword (normalized):
καταλοχία
Headword (normalized/stripped):
καταλοχια
IDX:
54430
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-54431
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">καταλοχ-ία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">καταλοχισμός</span> , v.l. in <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0527.tlg016:31:18" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0527.tlg016:31.18/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">LXX</span> <span class="title" style="font-style: italic;">2 Ch.</span> 31.18 </a>.</div> </div><br><br>'}