Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

κατάλιθος
καταλιθόω
καταλιμπάνω
καταλῖναι
καταλιπαίνω
καταλιπαρέω
καταλίπαρος
καταλιφή
καταλιχμάζομαι
καταλιχμάομαι
καταλλάγδην
καταλλαγή
κατάλλαγμα
καταλλακτήριος
καταλλάκτης
καταλλακτικός
κατάλλαξις
καταλλάσσω
καταλληλία
κατάλληλος
καταλληλότης
View word page
καταλλάγδην
καταλλ-άγδην, Adv.
A). reciprocally, Hsch.


ShortDef

reciprocally

Debugging

Headword:
καταλλάγδην
Headword (normalized):
καταλλάγδην
Headword (normalized/stripped):
καταλλαγδην
IDX:
54403
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-54404
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">καταλλ-άγδην</span>, Adv. <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">reciprocally</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div> </div><br><br>'}