Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

κατακτάομαι
κατακτάς
κατακτεατίζομαι
κατακτείνω
κατακτενίζω
κατακτενισμός
κατάκτενος
κατάκτης
κατάκτησις
κατακτός
κατάκτρια
κατακτυπέω
κατακτύπησις
κατάκτυπος
κατακυβεύω
κατακυβιστάω
κατακυκάω
κατακυκλόω
κατακυλίνδω
κατακύλλωμα
κατακυμοτακής
View word page
κατάκτρια
κατάκτρια, ,
A). spinning woman ( κατάγω 1.5 ), Hsch.


ShortDef

spinning woman

Debugging

Headword:
κατάκτρια
Headword (normalized):
κατάκτρια
Headword (normalized/stripped):
κατακτρια
IDX:
54306
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-54307
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κατάκτρια</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">spinning woman</span> ( <span class="quote greek">κατάγω</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0008.tlg001.perseus-grc1:1:5" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0008.tlg001.perseus-grc1:1.5/canonical-url/"> 1.5 </a> ), <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div> </div><br><br>'}