Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

καταδιαλλάσσω
καταδιασπλεκόω
καταδιαφθείρω
Χέω1
καταδίδημι
καταδίδωμι
καταδιήγησις
καταδιΐστημι
καταδικάζω
καταδικαστής
καταδικαστικός
καταδίκη
κατάδικος
καταδιφθερόω
καταδιφρεύω
καταδίχιον
καταδίψιον
καταδιωκτικός
καταδιώκω
καταδοκέω
καταδολεσχέω
View word page
καταδικαστικός
καταδῐκ-αστικός, , όν,
A). condemnatory, Sch. Ar. V. 167 .


ShortDef

condemnatory

Debugging

Headword:
καταδικαστικός
Headword (normalized):
καταδικαστικός
Headword (normalized/stripped):
καταδικαστικος
IDX:
53913
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-53914
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">καταδῐκ-αστικός</span>, <span class="itype greek">ή</span>, <span class="itype greek">όν</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">condemnatory</span>, Sch.<a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0019.tlg004.perseus-grc1:167" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0019.tlg004.perseus-grc1:167/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Ar.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">V.</span> 167 </a>.</div> </div><br><br>'}