Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

καταδεής
καταδεής
καταδεῖ
καταδείδω
καταδείκνυμι
καταδειλιάω
καταδειμαίνω
καταδειπνέω
κατάδειπνον
καταδεκτέον
καταδεκτικός
κατάδενδρος
καταδέομαι
καταδέρκομαι
καταδερματόω
καταδέρω
κατάδεσις
κατάδεσμα
καταδεσμεύω
καταδεσμέω
κατάδεσμος
View word page
καταδεκτικός
καταδεκ-τικός, , όν,
A). receptive, Simp. in Cat. 247.34 .


ShortDef

receptive

Debugging

Headword:
καταδεκτικός
Headword (normalized):
καταδεκτικός
Headword (normalized/stripped):
καταδεκτικος
IDX:
53875
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-53876
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">καταδεκ-τικός</span>, <span class="itype greek">ή</span>, <span class="itype greek">όν</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">receptive</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg4013.tlg003:247:34" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg4013.tlg003:247.34/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Simp.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">in Cat.</span> 247.34 </a>.</div> </div><br><br>'}