Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

καταδεδίττομαι
καταδεής
καταδεής
καταδεῖ
καταδείδω
καταδείκνυμι
καταδειλιάω
καταδειμαίνω
καταδειπνέω
κατάδειπνον
καταδεκτέον
καταδεκτικός
κατάδενδρος
καταδέομαι
καταδέρκομαι
καταδερματόω
καταδέρω
κατάδεσις
κατάδεσμα
καταδεσμεύω
καταδεσμέω
View word page
καταδεκτέον
καταδεκ-τέον,
A). one must accept, Ps.- Gem. in Iriarte Cat.Cod.Matr. 389 .


ShortDef

one must accept

Debugging

Headword:
καταδεκτέον
Headword (normalized):
καταδεκτέον
Headword (normalized/stripped):
καταδεκτεον
IDX:
53874
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-53875
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">καταδεκ-τέον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">one must accept</span>, Ps.-<span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gem.</span> </span>in Iriarte <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Cat.Cod.Matr.</span> 389 </span>.</div> </div><br><br>'}