Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

καταγώνισις
καταγωνισμός
καταγωνιστής
καταγωνιστικός
καταδαίνυμαι
κατάδαιτον
καταδαίω
καταδάκνω
καταδακρύω
καταδακτυλίζω
καταδακτυλικός
καταδαμάζω
καταδάμναμαι
καταδάνειος
καταδαπανάω
καταδαπάνη
καταδαπανητικός
καταδάπτω
καταδαρδάπτω
καταδαρθάνω
καταδατέομαι
View word page
καταδακτυλικός
καταδακτῠλ-ικός, , όν,
A). inclined thereto, Ar. Eq. 1381 .


ShortDef

inclined thereto

Debugging

Headword:
καταδακτυλικός
Headword (normalized):
καταδακτυλικός
Headword (normalized/stripped):
καταδακτυλικος
IDX:
53853
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-53854
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">καταδακτῠλ-ικός</span>, <span class="itype greek">ή</span>, <span class="itype greek">όν</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">inclined thereto</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0019.tlg002.perseus-grc1:1381" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0019.tlg002.perseus-grc1:1381/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Ar.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Eq.</span> 1381 </a>.</div> </div><br><br>'}