καταγγελ-ία,
ἡ,
A). proclamation,
πολέμου Luc. Par. 42 ; esp. of games or festivals,
ἐκ καταγγελίας ἐπιτελεῖν ἀγῶνα Plu. Rom. 14 ;
τὴν κ. ἐποιήσαντο πρεπόντως OGI 319.13 (
Magn. Mae., ii B.C.), cf.
CIG 3656.6 (Cyzicus, ii B.C.);
τὰν κ. ἀποδέχεται ib.
12 .