Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
Κάνωβος
κανών
Κανωπικόν
κάνωπον
Κάνωπος
κάος
κάπ
καπαῖος
καπαλευτής
καπάνη
καπανῆται
καπανικός
καπανοι
καπαρδεῦσαι
καπάριον
κὰπατᾶ
καπέτις
κάπετον
κάπετος
Καπετώλιον
κάπη
View word page
καπανῆται
καπανῆται
, sine gl.,
Suid.
καπάνια·
ἁρπεδόνες
,
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
καπανῆται
Headword (normalized):
καπανῆται
Headword (normalized/stripped):
καπανηται
IDX:
53136
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-53137
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">καπανῆται</span>, sine gl., <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Suid.</span> </span> <span class="orth greek">καπάνια·</span> <span class="foreign greek">ἁρπεδόνες</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}