Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

καλοπούϲ
καλοπραγέω
καλοπραγία
καλοπρόσωπος
καλορρημοσύνη
κάλος
καλός
καλοσύμβουλος
καλοσύντυχος
καλοσχηματίζομαι
καλοτεχνία
καλότης
καλοτίθηνος
καλότροπος
καλότροφος
καλοτύπος
καλοΰφαντος
καλόφιλος
καλοφόρος
καλόφρων
καλόφυλλος
View word page
καλοτεχνία
κᾰλο-τεχνία, ,
A). = καλλιτεχνία , Sopat.in Rh. 4.51 W.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
καλοτεχνία
Headword (normalized):
καλοτεχνία
Headword (normalized/stripped):
καλοτεχνια
IDX:
52840
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-52841
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κᾰλο-τεχνία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">καλλιτεχνία</span> , Sopat.in <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0598.tlg001:4:51" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0598.tlg001:4.51/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Rh.</span> 4.51 </a> W.</div> </div><br><br>'}