Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
καλόπους
καλοπούϲ
καλοπραγέω
καλοπραγία
καλοπρόσωπος
καλορρημοσύνη
κάλος
καλός
καλοσύμβουλος
καλοσύντυχος
καλοσχηματίζομαι
καλοτεχνία
καλότης
καλοτίθηνος
καλότροπος
καλότροφος
καλοτύπος
καλοΰφαντος
καλόφιλος
καλοφόρος
καλόφρων
View word page
καλοσχηματίζομαι
κᾰλο-σχηματίζομαι
, Pass., Astrol.,
A).
to be grouped in propitious lineation,
Cat.Cod.Astr.
6.61
.
ShortDef
to be grouped in propitious lineation
Debugging
Headword:
καλοσχηματίζομαι
Headword (normalized):
καλοσχηματίζομαι
Headword (normalized/stripped):
καλοσχηματιζομαι
IDX:
52839
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-52840
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κᾰλο-σχηματίζομαι</span>, Pass., Astrol., <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">to be grouped in propitious lineation,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Cat.Cod.Astr.</span> 6.61 </span>.</div> </div><br><br>'}