Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

καλλικαρπία
καλλίκαρπος
καλλικέλαδος
καλλικέρας
καλλικέρως
καλλίκλιον
καλλίκοκκος
καλλικολώνη
καλλικόμας
καλλίκομος
καλλικοτταβέω
καλλίκρεας
καλλικρήδεμνος
καλλίκρηνος
καλλίκριτα
καλλίκτιτος
καλλιλαμπέτης
καλλιλεκτέω
καλλιλεξία
καλλιλογέω
καλλιλογία
View word page
καλλικοτταβέω
καλλι-κοττᾰβέω,
A). = καλῶς κοτταβίζω , S. Fr. 537.2 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
καλλικοτταβέω
Headword (normalized):
καλλικοτταβέω
Headword (normalized/stripped):
καλλικοτταβεω
IDX:
52666
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-52667
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">καλλι-κοττᾰβέω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">καλῶς κοτταβίζω</span> , <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0011.tlg008.perseus-grc1:537:2" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0011.tlg008.perseus-grc1:537.2/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">S.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Fr.</span> 537.2 </a>.</div> </div><br><br>'}