Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

κάλινος
κάλιον
καλιός
καλιότερος
καλίς
καλίστρα
καλιστρέω
καλιῶσαι
κάλκιος
κάλλα1
κάννα1
καλλά2
Καλλαβίς
καλλαινιοποιοῖς
καλλάϊνος
κάλλαιον
κάλλαϊς
καλλαμβάνω
καλλαρίας
καλλαροί
καλλῐ
View word page
κάννα1
κάννα· κάλαμος, Hsch.


ShortDef

pole-reed, Arundo Donax

Debugging

Headword:
κάννα1
Headword (normalized):
κάννα
Headword (normalized/stripped):
καννα1
IDX:
52598
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-52599
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κάννα·</span> <span class="foreign greek">κάλαμος</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}