Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

καλαμογραφία
καλαμοδύτης
καλαμοειδής
καλαμόεις
καλαμοθήκη
καλαμοθήρας
καλαμοκεντρῖτις
καλαμοκόπιον
καλαμοκόπος
καλαμόκρινον
καλαμοπώλης
κάλαμος
καλαμοστασία
καλαμοστεφής
καλαμοσφάκτης
καλαμότομος
καλαμοτύπορ
καλαμουργέω
καλαμόφθογγος
καλαμοφόρος
καλαμόφυλλος
View word page
καλαμοπώλης
κᾰλᾰμο-πώλης, ου, ,
A). reedseller, PCair.Zen. 398.5 (iii B.C.).


ShortDef

reedseller

Debugging

Headword:
καλαμοπώλης
Headword (normalized):
καλαμοπώλης
Headword (normalized/stripped):
καλαμοπωλης
IDX:
52525
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-52526
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κᾰλᾰμο-πώλης</span>, <span class="itype greek">ου</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">reedseller,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">PCair.Zen.</span> 398.5 </span> (iii B.C.).</div> </div><br><br>'}