καλαβάς
καλαβάς· καλαβώτης, Καλαβίδια, Καλαβίς,
A). v. Καλλαβίς . καλαβοίδια (i.e. καλαvοίδια), τά, hymns in honour of Artemis, Id.(καλαβοῦτοι cod.); cf. Καλαοίδια. κᾰλαβρίζω, κᾰλαβρισμός, v. κολαβρ- . καλαβρός· βάρβαρος, Id. καλαβύστας· τοὺς κωλώτας (Argive), Id.