Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
κακκαβίς
κάκκαβος
κακκαλία
κακκανῆν
κακκάω
κακκεῖαι
κακκείοντες
κάκκη
κακκόρ
κακκρύπτω
κακκώνιον
κακοανάστροφος
κακόανδρος
κακόαυλος
κακοβάκχευτος
κάκοβας
κακόβιος
κακοβίωτος
κακοβλαστέω
κακοβλαστής
κακόβλητος
View word page
κακκώνιον
κακκώνιον·
σκαφίον
,
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
κακκώνιον
Headword (normalized):
κακκώνιον
Headword (normalized/stripped):
κακκωνιον
IDX:
52111
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-52112
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κακκώνιον·</span> <span class="foreign greek">σκαφίον</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}