Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

καινοτόμος
καινοτροπία
καινότροπος
καινουργέω
καινουργής
καινούργησις
καινουργία
καινούργιος
καινουργισμός
καινουργός
καινοφανής
καινόφιλος
καινοφωνέω
καινοφωνία
καινόφωνος
Χωρισμός
καινόω
καί2
καίνυμι
καὶ3
καίνω
View word page
καινοφανής
καινο-φᾰνής, ές,
A). appearing new, λέξεις Eust. 39.16 .


ShortDef

appearing new

Debugging

Headword:
καινοφανής
Headword (normalized):
καινοφανής
Headword (normalized/stripped):
καινοφανης
IDX:
52006
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-52007
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">καινο-φᾰνής</span>, <span class="itype greek">ές</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">appearing new</span>, <span class="quote greek">λέξεις</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg4083.tlg001:39:16" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg4083.tlg001:39.16/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Eust.</span> 39.16 </a> .</div> </div><br><br>'}