Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

καθευδητέον
καθεύδω
καθεύρεμα
καθευρεσιλογέω
καθευρίσκω
καθεφθέος
κάθεφθος
καθέψησις
καθεψιάομαι
καθέψω
κάθῃ
καθηγεμονία
καθηγεμών
καθηγέομαι
καθήγησις
καθηγητής
καθηγητικός
καθηδύνω
καθηδυπαθέω
καθηκόντως
καθήκω
View word page
κάθῃ
κάθῃ, Att. for κάθησαι, 2 sg. pres. of κάθημαι.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κάθῃ
Headword (normalized):
κάθῃ
Headword (normalized/stripped):
καθη
IDX:
51778
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-51779
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κάθῃ</span>, Att. for <span class="foreign greek">κάθησαι</span>, 2 sg. pres. of <span class="foreign greek">κάθημαι</span>.</div><br><br>'}