Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
κάβασι
καβάτας
καββαλικός
καββάλλω
Κάβειροι
Ἰωνοαρχίω
κάβειος
καβιδάριος
καβιτᾶς
καβλέει
καβολά
κάβος
κάγ
καγκαίνω
κάγκαμον
κάγκανον
κάγκανος
κάγκελλον
κάγκελος
Ἰωνοθυρίς
καγγελλωτή
View word page
καβολά
καβολά
,
ἁ
,= Dor.
καταβολή
,
Schwyzer
110g
(Argos).
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
καβολά
Headword (normalized):
καβολά
Headword (normalized/stripped):
καβολα
IDX:
51598
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-51599
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">καβολά</span>, <span class="foreign greek">ἁ</span>,= Dor. <span class="foreign greek">καταβολή</span>, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Schwyzer</span> 110g </span> (Argos).</div><br><br>'}