Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

Ἰχνευτήρ
Ἰχνευτής
Ἰχνευτικός
Ἰχνεύω
ἰχνηλασία
ἰχνηλατέω
ἰχνηλάτης
ἰχνηλατία
ἰχνηλατικός
ἴχνιον
ἴχνιππος
ἰχνοβάτης
ἰχνοβλαβής
ἰχνογραφία
ἰχνοπέδη
ἰχνοποιέω
ἴχνος
ἰχνοσκοπέω
ἰχνοσκοπία
ἰχώρ
ἰχωροειδής
View word page
ἴχνιππος
ἴχνιππος· ὅπου οἱ λίθοι τρίβονται, ἀκόνη, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἴχνιππος
Headword (normalized):
ἴχνιππος
Headword (normalized/stripped):
ιχνιππος
IDX:
51520
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-51521
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἴχνιππος·</span> <span class="foreign greek">ὅπου οἱ λίθοι τρίβονται, ἀκόνη</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}