Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ἰριοειδής
Ἶρις
ἰριώδης
ἰρμοφόρος
ἱρο
ἱροδρόμος
ἱρόν
ἱροπόλος
ἱρός
Ἶρος
ἱροφάντης
ἱρόχθων
ἰρών
ἱρωστί
ἱρωσύνη
ἴς
ἴς
ἰσάγγελος
ἰσάδελφος
ἰσάζω
ἰσαθάνατος
View word page
ἱροφάντης
ἱρο-φάντης
,
ὁ
, Ion. for
ἱεροφ-
.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἱροφάντης
Headword (normalized):
ἱροφάντης
Headword (normalized/stripped):
ιροφαντης
IDX:
50899
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-50900
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἱρο-φάντης</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, Ion. for <span class="foreign greek">ἱεροφ-</span>.</div><br><br>'}