Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἱπποσείρης
ἱπποσέλινον
ἱπποσκελής
ἱπποσκόπος
ἱπποσόας
ἱπποστάσιον
ἱππόστασις
ἱπποσύνη
ἱππόσυνος
ἱππότᾰ
ἱπποτακτικά
ἱππόταυρος
ἱπποτέκτων
ἱππότης
ἱππότης
ἱππότιγρις
ἱππότιλος
ἱππότις
ἱπποτόκος
ἱπποτοξεία
ἱπποτοξότης
View word page
ἱπποτακτικά
ἱππο-τακτικά· ἵππων τάξεις μισθοφόρων, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἱπποτακτικά
Headword (normalized):
ἱπποτακτικά
Headword (normalized/stripped):
ιπποτακτικα
IDX:
50831
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-50832
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἱππο-τακτικά·</span> <span class="foreign greek">ἵππων τάξεις μισθοφόρων</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}