Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἱμάντινος
ἱμάντιον
ἱμαντίσκος
ἱμαντισμός
ἱμαντόδεσμος
ἱμαντόδετος
ἱμαντομάχος
ἱμαντοπάροχος
ἱμαντοπέδη
ἱμαντόπους
ἱμαντοσκελής
ἱμαντοτομέω
ἱμαντόω
ἱμαντώδης
ἱμάντωμα
ἱμάντωσις
ἱμαοιδός
ἱμάς
ἱμάσθλη
ἱμάσκω
ἱμασσία
View word page
ἱμαντοσκελής
ἱμαντο-σκελής, ές,= foreg., Tz. l.c.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἱμαντοσκελής
Headword (normalized):
ἱμαντοσκελής
Headword (normalized/stripped):
ιμαντοσκελης
IDX:
50425
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-50426
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἱμαντο-σκελής</span>, <span class="itype greek">ές</span>,= foreg., <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Tz.</span> </span> l.c.</div><br><br>'}