Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἰμ
ἷμα
ἱμαῖος
Ἱμάλιος
ἱμαλίς
ἱμανήθρη
ἱμαντάριον
ἱμαντελιγμός
ἱμαντελικτής
ἱμάντηρις
ἱμαντίδιον
ἱμάντινος
ἱμάντιον
ἱμαντίσκος
ἱμαντισμός
ἱμαντόδεσμος
ἱμαντόδετος
ἱμαντομάχος
ἱμαντοπάροχος
ἱμαντοπέδη
ἱμαντόπους
View word page
ἱμαντίδιον
ἱμαντ-ίδιον, τό, Dim. of ἱμάς, EM 671.8 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἱμαντίδιον
Headword (normalized):
ἱμαντίδιον
Headword (normalized/stripped):
ιμαντιδιον
IDX:
50414
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-50415
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἱμαντ-ίδιον</span>, <span class="gen greek">τό</span>, Dim. of <span class="foreign greek">ἱμάς</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg4099.tlg001:671:8" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg4099.tlg001:671.8/canonical-url/"> <span class="title" style="font-style: italic;">EM</span> 671.8 </a>.</div><br><br>'}