Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἱκανοδότης
ἱκανοποιέω
ἱκανός
ἱκανότης
ἱκανόω
ἵκαντι
ἱκάνω
Ἰκάριος
ἰκάς
vίκατι
vικατιvέτης
ικατίπεδος
ἴκελος
ἰκελόω
ἰκενάς
ἱκεσία
ἱκέσιος
ἱκεταδόκος
ἱκετεία
ἱκέτευμα
ἱκέτευσις
View word page
vικατιvέτης
vῑκατιvέτης,
A). v. εἰκοσαέτης. v


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
vικατιvέτης
Headword (normalized):
vικατιvέτης
Headword (normalized/stripped):
vικατιvετης
IDX:
50240
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-50241
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">vῑκατιvέτης</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">εἰκοσαέτης. v</span> </div> </div><br><br>'}