Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἱεροπαρέκτης
ἱερόπλοκος
ἱεροποιέω
ἱεροποίημα
ἱεροποιία
ἱερόποιον
ἱεροποιός
ἱερόπολις
ἱεροπομπός
ἱερόπρακτος
ἱεροπράκτωρ
ἱεροπρεπής
ἱεροπρόσπολος
ἱερόπτης
ἱερός
ἱεροσαλπικτής
ἱεροιστής
ἱεροσέβαστος
ἱεροσκοπέομαι
ἱεροσκοπία
ἱεροσκόπος
View word page
ἱεροπράκτωρ
ἱερο-πράκτωρ).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἱεροπράκτωρ
Headword (normalized):
ἱεροπράκτωρ
Headword (normalized/stripped):
ιεροπρακτωρ
IDX:
50085
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-50086
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἱερο-πράκτωρ</span>).</div><br><br>'}