Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ἱεροκόμος
ἱεροκορακικά
ἱεροκτίστης
ἱερόκτιτος
ἱερόλας
ἱερόληπτος
ἱερολογέω
ἱερολογία
ἱερολόγοι
ἱερόμαντις
ἱέρομας
ἱερομηvία
ἱερομηνιακός
ἱερομνημονέω
ἱερομνημονικός
ἱερομνημοσύνη
ἱερομνήμων
ἱερομοσχοσφραγιστής
ἱερόμυρτος
ἱερομύστης
ἱερόν
View word page
ἱέρομας
ἱέρο-μας·
τῶν ἱερῶν ἐπιμελούμενος
,
Hsch.
; un contr.
ἰαρόμαορ
Schwyzer
414
, cf.
411
(Elis).
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἱέρομας
Headword (normalized):
ἱέρομας
Headword (normalized/stripped):
ιερομας
IDX:
50059
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-50060
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἱέρο-μας·</span> <span class="foreign greek">τῶν ἱερῶν ἐπιμελούμενος</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span></span>; un contr. <span class="orth greek">ἰαρόμαορ</span> <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Schwyzer</span> 414 </span>, cf. <span class="bibl"> 411 </span> (Elis).</div><br><br>'}