Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἱερακιστί
ἱερακίτης
ἱερακοβοσκός
ἱερακοκτόνος
ἱερακόμορφος
ἱερακοπόδιον
ἱερακοπρόσωπος
ἱερακοτάφος
ἱερακοτρόφος
ἱερακώδης
ἱεράμοιβοι
ἱερανθεσία
ἱερανομέω
ἱέραξ
ἱεραοιδός
ἱεράομαι
ἱεραπολέω
ἱεραπόλος
ἱεράρχης
ἱερατεία
ἱερατεῖον
View word page
ἱεράμοιβοι
ἱεράμοιβοι· προφῆται θεῶν, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἱεράμοιβοι
Headword (normalized):
ἱεράμοιβοι
Headword (normalized/stripped):
ιεραμοιβοι
IDX:
49976
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-49977
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἱεράμοιβοι·</span> <span class="foreign greek">προφῆται θεῶν</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}