Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἰδιαζόντως
ἰδιάζω
ἰδιαίτερος
ἰδιασμός
ἰδιαστής
ἰδικός
ἰδιοβουλέω
ἰδιογενής
ἰδιόγλωσσος
ἰδιογνωμονέω
ἰδιογνωμέω
ἰδιογνώμων
ἰδιογονία
ἰδιογραφία
ἰδιόγραφος
ἰδιοθάνατος
ἰδιοθανέω
ἰδιοθηρευτικός
ἰδιοθηρία
ἰδιοθρονέω
ἰδιοκρασία
View word page
ἰδιογνωμέω
ἰδῐο-γνωμέω is f.l. in Id. 43.27 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἰδιογνωμέω
Headword (normalized):
ἰδιογνωμέω
Headword (normalized/stripped):
ιδιογνωμεω
IDX:
49833
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-49834
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἰδῐο-γνωμέω</span> is f.l. in <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0385.tlg001:43:27" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0385.tlg001:43.27/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Id.</span> 43.27 </a>.</div><br><br>'}